Θέλω να σας πω μια μικρή και παλιά ιστορία.
Κάποτε, όταν ακόμη ήμουν πρωτοετής φοιτητής του Πολυτεχνείου, μας κάλεσαν σε Γενική Συνέλευση του Τμήματος με μοναδικό θέμα προς συζήτηση την κατάληψη ή μη της Σχολής.
Πήγα στη συνέλευση αυτή, μαζί με άλλους περίπου 400 συμφοιτητές μου. Μετά από 3 ατέλειωτες ώρες μπουρδολογίας, καυγάδων, «αποχωρήσεων» και απειλών, η Γενική Συνέλευση με μεγάλη πλειοψηφία αποφάσισε κατά της κατάληψης.
Μόλις μία εβδομάδα μετά, ορίσθηκε νέα έκτακτη Γενική Συνέλευση, με μοναδικό θέμα προς συζήτηση την κατάληψη ή μη της Σχολής.
Πήγα στη συνέλευση αυτή, μαζί με άλλους περίπου 200 συμφοιτητές μου. Μετά από 2 ατέλειωτες ώρες μπουρδολογίας, καυγάδων, «αποχωρήσεων» και απειλών, η Γενική Συνέλευση με μικρή σχετικά πλειοψηφία αποφάσισε κατά της κατάληψης.
Μόλις μία εβδομάδα μετά, ορίσθηκε νέα έκτακτη Γενική Συνέλευση, με μοναδικό θέμα προς συζήτηση την κατάληψη ή μη της Σχολής.
ΔΕΝ πήγα στη συνέλευση αυτή, στην οποία έμαθα εκ των υστέρων ότι βρέθηκαν περίπου 50 συμφοιτητές μου. Το αποτέλεσμα το έμαθα το επόμενο πρωί: κατάληψη της Σχολής με ομόφωνη απόφαση της Γενικής Συνέλευσης!!
Αποτέλεσμα των παραπάνω μαγειρεμάτων ήταν να αποτραβηχτώ πλήρως από τα φοιτητικά κοινά – γεγονός για το οποίο, τώρα πια, μετανοιώνω.
Γιατί συνειδητοποιώ ότι η αποχή καθόλου δεν ενοχλεί το (όποιο) σύστημα.Γιατί ποτέ δεν απέχουν οι «ημέτεροι», οι χειροκροτητές, οι βαμμένοι. Και βεβαίως, εκτός από μερικά (τηλεοπτικά) κροκοδείλια δάκρυα, ουδόλως ασχολούνται οι πολιτικοί μας φωστήρες με το ποσοστό της αποχής. Αφού πάντα μετρούν τις δυνάμεις τους επί των ψηφισάντων – δηλαδή επί του δεδομένου στρατού τους.
Μετά την αποφοίτησή μου από το Πολυτεχνείο αποφάσισα ότι δεν θα τους κάνω πια το χατήρι. Δεν θα απέχω, και θα ψηφίζω ανελλιπώς, έστω και αν η ψήφος μου χάνεται μέσα στον ωκεανό της πλαστικής σημαίας.
Να είστε όλοι καλά – και καλή ψήφο.